27 Σεπ 2022
23 Σεπ 2022
20220702 οι τέσσερις καρέκλες
κάθε μέρα στις δώδεκα έκαναν διάλειμμα. ερχόταν ο μικρότερος και αγόραζε τέσσερις μπύρες, δύο άλφα- δύο άμστελ -πάντα χαμογελαστός, δεν μιλούσε ελληνικά αλλά καταλάβαινε. ανάλογα με το σημείο που δούλευαν, έβρισκαν μια σκιά για να τις πιούν.
αρχές ιουλίου, θα διακόπτονταν οι εργασίες για να συνεχίσουν το φθινόπωρο· παρασκευή μεσημέρι, την τελευταία μέρα, αφού μάζεψαν τα πράγματα τους, ήρθαν και πήραν τις μπύρες, δεν είχαν που να κάτσουν και με ρώτησαν αν μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν τις καρέκλες που είχα στο χωράφι μπροστά στο μαγαζί. για τραπέζι έβαλαν ένα άδεια κασόνι μπύρας.
σιγοκουβέντιαζαν, ήπιαν άλλες τέσσερις μπύρες· στις τρεις που έκλεισα τους άφησα στο χωράφι, στις πλαστικές καρέκλες με το κασόνι στη μέση.

20 Σεπ 2022
μπερλίν - o στρατιώτης (της πύλης του βραδεμβούργου) / ΦΩΤΑ13*
Οι τουρίστες συνωστίζονται δίπλα του για να τον φωτογραφίσουν. Δεν καταλαβαίνεις αμέσως αν είναι άγαλμα ή άνθρωπος ντυμένος στρατιώτης.

15 Σεπ 2022
αυλωνιά / από το βιβλίο ΓΥΡΩ ΓΥΡΩ ΘΑΛΑΣΣΑ
για να φτάσεις στην παραλία, περνάς από ελιές και μαστιχόδεντρα, συναντάς κυνηγούς και αυτοκίνητα με κλούβες σκυλιών. μπαίνεις σε έναν χωματόδρομο, πάλι με μαστιχόδεντρα κι ελιές, προσπερνάς το σπίτι του βασίλη, που έχει κάνει τα βράχια να ανθίσουν, και τελειώνει ο χωματόδρομος. μετά κατηφορίζεις την κοίτη ενός ξεροπόταμου, κάθε χρόνο στενεύει το πέρασμα γιατί θεριεύει η άγρια βλάστηση, μυρίζει φασκόμηλο και θάλασσα που ακόμα δεν βλέπεις. περπατάς κάτω από τα ψηλά βράχια, ανάμεσα στις πικροδάφνες και τις λυγαριές, και σε ένα γύρισμα του μονοπατιού ξαφνικά βλέπεις τη θάλασσα· το μικρό πέτρινο σπίτι, που αυθαίρετα κάποτε χτίστηκε, όμορφο μοιάζει.
τα δυο αλμυρίκια μεγάλωσαν λίγο, το νερό, ζεστό, γυαλίζει τις πέτρες. στη μια άκρη είναι μια σκηνή, μια αιώρα και ένα νεαρό ζευγάρι· ξεκίνησαν από τη γαλλία πριν από μήνες και θέλουν να φτάσουν στην τυφλίδα της γεωργίας, κάποτε.
20190924
γύρω γύρω θάλασσα / γιάννης κωσταρής / βιβλία από το φωταγωγό / 2022

13 Σεπ 2022
σαμοθράκη / από το βιβλίο μικρές ιστορίες πατριδογνωσίας
στη σαμοθράκη πηγαίνω πάντα με τον αντώνη, συνήθως οκτώβρη ή μάιο, δηλαδή πριν ή μετά τον κουρνιαχτό του τουρισμού· μένουμε στο ποτάμι, κοντά στην ταβέρνα του φίλου μας του στέλιου.
την τελευταία μέρα πριν φύγουμε μας ξύπνησε ένα κατσίκι που βέλαζε επίμονα δίπλα στη σκηνή· φτιάξαμε πρωινό στην ταβέρνα και ο στέλιος με τον αντώνη έφυγαν για ψώνια στην καμαριώτισσα· σκούπισα τη βεράντα και έκοψα μούρα και κεράσια· το μεσημέρι μαζέψαμε τις σκηνές και πήγαμε να χαιρετήσουμε τον στέλιο, μας είχε συνηθίσει και δεν ήθελε να φύγουμε· «καθίστε ρε, μέχρι αύριο που θα γίνει διαμαρτυρία για το σκουπιδότοπο, θα πετάνε όλα τα σκουπίδια του νησιού πίσω από το κάμπινγκ».
όταν έχει όρεξη λέει κορυφαίες ατάκες και απίστευτους μονολόγους, αλλά πολύ δύσκολα εκφράζει τα συναισθήγματά του· δεν ήθελε να τον χαιρετήσουμε· έκλεισε το μαγαζί και θα πήγαινε για ψάρεμα· «ρε γιάννη, γράφεις καλά γράμματα;», «τι θέλεις;», «βάλε ένα χαρτί στην πόρτα και γράψε: κλειστό λόγω λύπης».
το είπε γρήγορα και κοφτά πηγαίνοντας προς το μηχανάκι· έφυγε χωρίς να μας χαιρετήσει
μικρές ιστορίες πατριδογνωσίας / γιάννης κωσταρής / φωταγωγός / 2013
12 Σεπ 2022
ο ρόλος / από το βιβλίο ΤΟ ΧΩΡΙΟ
σχεδόν σε όλες τις εργασίες πρέπει να αντιμετωπίσεις τον άλλο· στο χωριό, ο άλλος είναι συνήθως γνωστός, μαζί του κουβαλά την ιστορία του, η οποία, χωρίς να το θέλεις, σαν φωτοστέφανο τον συνοδεύει· οι κινήσεις και τα λόγια του σπάνια ξεφεύγουν από την ήδη διαμορφωμένη εικόνα του· στη μικρή κοινωνία του χωριού ο καθένας παίζει το γνωστό του ρόλο και είναι δύσκολο να ξεφύγει από αυτόν· κινείται με ασφάλεια στον οικείο του χώρο και στον κυκλικό του χρόνο, συνηθίζει στην επανάληψη και φοβάται τις αλλαγές, γνωρίζει πολλά περισσότερα από αυτά που χρειάζεται ο καθημερινός του ρόλος αλλά μάλλον δεν του έχουν χρειαστεί ποτέ και σχεδόν τα έχει ξεχάσει.
οι περισσότεροι μόνιμοι κάτοικοι έχουν στοιχίσει τις φιλοδοξίες τους στα όρια του χωριού ή του νησιού· κοινωνία προφυλαγμένη στην ασφάλεια που είναι καταχωρημένη στο συλλογικό ασυνείδητο της, δεν επιτρέπει, χωρίς να χρειαστεί να το δηλώσει, να κινηθεί τίποτα· το ερώτημα ποιο είναι το νόημα της ζωής δε χρειάζεται να απαντηθεί, γιατί όλοι πατούν πάνω στον άχρονο χρόνο της μικρής προφυλαγμένης κοινωνίας· μονάδα μέτρησης είναι πάντα τα τέσσερα χιλιόμετρα του χωριού από τη θάλασσα.
από το βιβλίο
ΤΟ ΧΩΡΙΟ / γιάννης κωσταρής / εκδόσεις ΤΟ ΡΟΔΑΚΙΟ / 2015