ο χρόνος ήταν κυκλικός
δηλαδή δεν υπήρχε
συντονισμένες οι ζωές με το τύμπανο των έθιμων
με τις θρησκευτικές-παγανιστικές γιορτές
με τις θρησκευτικές-παγανιστικές γιορτές
ελάφρενε ο βίος
χορός στην τραγωδία του ενός
οι χωριανοί του
τώρα
που παρόν δεν υπάρχει
μονάχα πέτρες, γάτες και φύλλα
σκεπασμένα από τον πέπλο της ησυχίας
οι εναπομείναντες
με τη φλόγα να λάμπει ακόμα
στα γερασμένα τους μάτια
τη ρώτησα τη γινόταν στο χωριό
τ’ άι γιαννιού σαν σήμερα κι αύριο
- σήμερα ανάβανε φωτιές
κι σαν αύριο, ανήμερα, είχανε τον κλύδωνα
δηλαδή σ΄ένα σταμνί, σ' ένα μαστραπά, ρίχνανε οι κοπέλες
κάτι ασήμαντο, ας πούμε ένα κουμπί
και κάποιος ταίριαζε στιχάκια
μέχρι τελευταία ήταν ο χαράλαμπος
ξέρανε ποιά είδηξεν τι
κι άμαν ήβγενε το δικό της
της λέανε στιχάκια για να την πειράξουνε
ανοίξετε τον κλήδονα
στα α γιαννού τη χάρη
κι όποιαν η καλορίζικια
να πάρει παληκάρι
να, της μπέμπας
που περνιόντανε για πλούσια
της είπανε
μη μας περιφανέβγεσε
πως έχεις δυο φουστάνια
ο κύρης σου είναι καφετζής
και πλύνεις τα φλιζάνια
της αρετής που ήκαμνεν την όμορφη
της κάτω πόρτας
στην κάτω πόρτα
μαρή στραβοπινακοτή
στραβά είν και τα κανιά σου
κι ανάσκελα που κείθεσε
ποιός έρκεται κοντά σου;
και της αγγερούς του ψύλλου
αντίκρυ μου πήες κι ήκατσες
απάνω σε ένα στύλο
από τα μάθκια φαίνεσαι
πως αγαπάς το ψύλλο
και της αγγερούς του ψύλλου
αντίκρυ μου πήες κι ήκατσες
απάνω σε ένα στύλο
από τα μάθκια φαίνεσαι
πως αγαπάς το ψύλλο
μετά έλεγε για τις καντάδες
για τους ματαιωμένους έρωτες...
κάποιες από τις ιστορίες τις είχα ξανακούσει
συμπέρασμα;
όλοι σχεδόν παντρεύτηκαν λάθος άνθρωπο
κάποιοι έφυγαν μετανάστες
για αυτό το λόγο
και δεν γυρίσανε ποτέ πίσω
και δεν γυρίσανε ποτέ πίσω
ανταπόκριση από το χωριό
παραμονή του άη γιάννη
δώδεκα τη νύχτα
το γατάκι του μιχάλη
κυνηγά, μάλλον απορημένο
μια κατσαρίδα
τριγύρω
αρμολογημένες πέτρες
και γουάι-φάι
και γουάι-φάι
η τελευταία γουλιά μπύρας
εις υγείαν
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου