με τη μαριάννα μιλήσαμε βράδυ, στο πεζούλι της
παναγιάς, πολύ κοντά στο σπίτι.
«τι θέλεις να σου πω;»
«πως βρεθήκατε εδώ;»
«ήρθαμε για διακοπές στη χίο τον αύγουστο του
ενενήντα επτά. όλα τα προηγούμενα χρόνια πηγαίναμε στις κυκλάδες, είπα στο
γιώργο ας πάμε και κάπου αλλού, αρχικά δεν ήθελε. για τη χίο μας είχε πει ο αλέξης
που ερχόταν κάθε χρόνο, εγώ να σκεφτείς νόμιζα οτι ήταν χιώτης. τελικά ήρθαμε,
την πρώτη μέρα μείναμε στο πυργί, δεν μας άρεσε το σπίτι, πήγαμε στα μεστά
μείναμε σε ένα ολόκληρο σπίτι με αυλή, με τα λεφτά που θα δίναμε για ένα
δωμάτιο στις κυκλάδες. ήμασταν με το παπάκι, γυρίσαμε αρκετά, όλες οι παραλίες
και τα χωριά μας άρεσαν. σε λίγες μέρες ήρθε και η φίλη μας η βάσω με την κόρη
μου με αυτοκίνητο και πήγαμε παντού. μέσα αυγούστου ήμασταν στην αγία δύναμη
μόνοι μας, σ’ αυτά τα υπέροχα νερά, οι τέσσερις μας.
στην καλαμωτή δεν είχαμε έρθει ακόμη. μιλήσαμε
με τον αλέξη και ήρθαμε να τον βρούμε. εκείνη τη μέρα είχαν γιορτή στην
πλατεία, ήταν πολύ όμορφα, θυμάμαι που χόρεψα. ο αλέξης μας είπε πως το διπλανό
του σπίτι πουλιόταν οκτακόσιες
χιλιάδες και γιατί να μην το αγοράσουμε. την μέρα που θα φεύγαμε μου μπήκε η
ιδέα να το δω. ήρθαμε γύρω στις 8 το βράδυ, είχε λίγο φως, μόλις που καταφέραμε
να το δούμε, θυμάμαι που ανάψαμε αναπτήρα για να δούμε κάτω από τη σκάλα. δεν
το κλείσαμε τότε, στο πλοίο που ταξίδευα το σκεφτόμουν συνεχώς. όταν
ξαναμιλήσαμε με την ιδιοκτήτρια, την κυρία αγγελική, μας είπε ότι η τιμή είναι
ενάμιση εκατομμύριο. μου ήρθε ταμπλάς γιατί ίσα ίσα είχα μαζέψει τόσα χρήματα
για να αγοράσω αυτοκίνητο και πίστευα ότι θα έφταναν να το φτιάχναμε κιόλας. εν
το μεταξύ είχα πόλεμο από τους γονείς μου ‘που θα πας να αγοράσεις δίπλα στην
τουρκία’ και διάφορα άλλα. τελικά το χειμώνα το αγοράσαμε. κάποιος γνωστός από
τα μεστά μας βρήκε μάστορα για να κάνει τις πρώτες εργασίες. ήρθαμε πάλι το
πάσχα και το καλοκαίρι του ενενήντα οκτώ, μείναμε όπως όπως σε ένα στρώμα. το
σπίτι είναι μικρό και μόνοι δεν μπορούσαμε να βρούμε λύσεις για το πως θα
χωρέσουν τα βασικά έπιπλα, το σεπτέμβρη ήρθε ο μανώλης, αρχιτέκτονας φίλος του
γιώργου, και ανέλαβε όλες τις εργασίες, ήρθε τέσσερις-πέντε φορές μέχρι να το
τελειώσει και πραγματικά βρήκε πολύ έξυπνες και όμορφες λύσεις, σε λίγα
πράγματα διαφωνήσαμε. ερχόμαστε κάθε χρόνο. το επόμενο καλοκαίρι είδαμε με την
φίλη μου την τασία πολλά σπίτια προς πώληση. νομίζω οτι το δικό μας μου αρέσει
περισσότερο από όλα.
πρέπει να σου πω ότι ήταν το πρώτο πράγμα που
αγόρασα στο όνομα μου και όχι μόνο δεν το έχω μετανιώσει αλλά νομίζω οτι είναι
ότι καλύτερο έχω κάνει στη ζωή μου. έτσι χωρίς να το σκεφτώ, τρεις γενιές
αθηναία, απέκτησα σπίτι σε χωριό.»
«από σας αγοράσαν νομίζω αρκετοί στο χωριό»
«τα επόμενα χρόνια από συγγενείς και φίλους,
αγόρασαν η τασία, ο αδελφός μου, η κόρη μου, η βάσω και η νατάσσα με τον θάνο.»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου