9 Ιαν 2014

20140107 στο γηροκομείο



ήταν πάλι ξαπλωμένος, μου έλεγε πάνω κάτω τα ίδια. καθώς έφευγα μου είπε: "να παντρευτείς, ακούς, να παντρευτείς, εγώ αν είχα παντρευτεί, ε θάμουν τώρα μοναχός εδωνά."
"να κλείσω;" "κλείσε καλά".
έξω στο διάδρομο, καθόταν κάτω από το παράθυρο ο γείτονας του. νεότερος είχε το ένα χέρι ακουμπισμένο στην καρδιά. πριν του είχε φέρει ένα μικρό τσουρέκι. η φωνή του βραχνή, μόλις που ακουγόταν.
"ε θέλει να βγαίνει από το δωμάτιο, τα πόδια του, δυσκολεύεται να περπατήσει. εγώ έχω τηλεόραση, να δες, του λέω να 'ρχεται αλλά ε θέλει.
μας κλείνουν την τραπεζαρία, στις πέντε την ανοίγουν. τρία χρόνια είμαι εδώ, έπαθα έμφραγμα, δε μπορούσα να δουλέψω, κανένα δεν έχω, ήρθα εδώ. όταν ήρθα ήμασταν εκατόν τριάντα, τώρα έχουμε μείνει τριάντα.
το ν. τον χωριανό σου τον ξέρεις; το νεκροθάφτη. εγώ ήμουν στον κάμπο, στο χριστό.
ρε φιλαράκι, έχεις κανένα πακέτο τσιγάρα; σε ευχαριστώ και να με συγχωρείς".

Δεν υπάρχουν σχόλια: