22 Φεβ 2015

20150220 8 φωτογραφίες από το χωριό









ξαναβλέποντας το ίδιο
μέσα στην ησυχία του τίποτα
και την παγωμένη σιωπή του χειμώνα
δε σου μένει παρά να αποκαλύψεις 
τις μικρές, τις ελάχιστες διαφοροποιήσεις
ανάμεσα σ' αυτό που θυμάσαι κι αυτό που βλέπεις
ανάμεσα στον αργό ρυθμό της εντροπίας 
και τον γρήγορο ρυθμό της τάξης

σ' αυτό το εργοτάξιο του χρόνου


20 Φεβ 2015

20150219 8 φωτογραφίες από το χωριό










φωτογραφίζω και πάλι το χωριό
χειμώνα την ώρα που νυχτώνει.

επειδή όλα σχεδόν είναι ίδια 
η παραμικρή αλλαγή αμέσως φαίνεται.
δεν έχουν αλλάξει και πολλά 
τα τελευταία πέντε χρόνια
κάποιοι άνθρωποι έφυγαν
κάποια σπίτια επισκευάστηκαν
όπως και η εκκλησία του αγίου Κωνσταντίνου
κάποια σπίτια έκλεισαν
και κάποια άλλα κατοικήθηκαν.

κάποιες πέτρες άλλαξαν θέση
αλλά το σύνολο παραμένει σταθερό.

19 Φεβ 2015

20150218 15 λεπτά χιόνι




20150214 η παραλία που λιγοστεύει


δεν ξέρω αν φταίει η κλιματική αλλαγή, οι παρατεταμένοι χειμωνιάτικοι νοτιάδες, το φράγμα, το λιμανάκι,  ή όλα αυτά μαζί αλλά η το πλάτος της παραλίας και ο όγκος της άμμου έχουν μειωθεί πάρα πολύ τα τελευταία χρόνια.
θα επανέλθω με παλιότερες φωτογραφίες

14 Φεβ 2015

από το βιβλίο FLORA MIRABILIS της Κλαίρης Μιτσοτάκη

Υπάρχουν άνθρωποι που φέρονται σαν σκλάβοι για να μπορούν να έχουν περισσότερη ελευθερία. Αγαπούν το παρουσιαστικό της εξάρτησης, διαλέγουν τη φυσιογνωμία της υποταγής, κι όμως αυτό δεν συνιστά στάση υποκρισίας. Υπηρετούν, αγαπούν, χαίρονται, κι έχουν τη φρόνηση να αξιολογούν και να ερμηνεύουν, να κοσμούν μια ιστορία χωρίς αυτοματικότητα, και να καταναλώνουν τις μέρες τους μέσα στη φιλοδοξία της φαντασίας τους και του προσωπικού τους βιώματος. Είναι αφανώς προικισμένοι, αντικειμενικά ωραίοι και φυσικώς καλλιεργημένοι. Στις μικρές κλειστές κοινωνίες, όπου η δυνατότητα είναι απαγορευμένη και η πρωτοβουλία, για να υπάρξει, πρέπει να μετοικήσει, όπου εκείνο που συμβαίνει δεν είναι παρά εκείνο που θα μπορούσε να συμβεί, οι άνθρωποι αυτοί ζουν ένα απαρομοίαστο τέντωμα της ψυχής και μέσα απ' αυτό πετυχαίνουν να εκφράσουν πράγματα που δεν μπορούν να ζήσουν.


Σ' αυτότο πρώτο σκαλοπάτι του κόσμου από τι υλικά είναι φτιαγμένη η ζωή των ανθρώπων; Τους κρατάει ο βράχος, τους τρέφει το χώμα, τους ντύνει το ζώο. Τους δίνει πνοή η μοναδικότητα τους. Έχοντας ενασχόληση την ίδια τη φύση, ο πνευματικός τους ορίζοντας είναι μεγάλος, το πεδίο δράσης μικρό. Υποχρεώνονται στην ακρίβεια, στην επιβλητικότητα, στην εγκαρτέρηση. Γεννιούνται, παντρεύονται, μιλούν, πεθαίνουν. Εμπιστεύονται ό,τι ξέρουν, δυσπιστούν σ' ό,τι δεν ξέρουν. Όμως ό,τι έρχεται απ' έξω τους τραβά. Ό,τι έρχεται από μέσα τους διώχνει.


Κι όμως οι άνθρωποι αυτοί έχουν συλλάβει το όλο. Ακαθόριστα, χωρίς λόγια. Είναι ένα μεγάλο σύννεφο που έχει καθίσει μες στην ψυχή τους. Το κουβαλάνε κάθε στιγμή. Και όταν σκέφτονται και όταν ξεχνιούνται. Δεν μπορούν να το φτάσουν, δεν μιλούν για αυτό.
Ωστόσο αυτό τους χαρίζει μια ιδιαίτερη αίσθηση για το καθετί, αυτό που λένε μεράκι, μια ιδιαίτερη αίσθηση για το καθετί, αυτό που λένε μεράκι, μια ιδιαίτερη, αποστομωτική, λεπτότητα για να μεταχειρίζονται πράγματα που αλλιώτικα θα φαίνονταν ασήμαντα ή τραχιά, κι αυτοί τους προσδίδουν ποιότητα και έξαρση. Έτσι ξεπηδά μια γοητεία που αγαπά να κρατά τις αποστάσεις σταθερές και ολοένα να διευρύνει την επιρροή της με την επανάληψη.

. . . Δεν ήξερε τι είναι φωτιά που ανάβεις, τι είναι πανί που υφαίνεις. Δεν ήξερε τι είναι να ζεις χωρίς ιστορία.
Γιατί ήταν άνθρωπος φτιαγμένος από ματαιοδοξία. Δεν μπορούσε να ομολογήσει ότι είχε μέσα του κάτι που δεν ήταν ο ίδιος. Μέσα του δεν έβλεπε παρά συνέχεια και ιστορία. Νόμιζε ότι υπήρχε ένα δέντρο, και πάνω στο δέντρο αυτό εκείνος ήταν ένα κλωνάρι του. Δεν μπορούσε να καταλάβει ότι ήταν ένα πλάσμα, και σαν πλάσμα δεν είχε παρελθόν, δεν είχε ταυτότητα, δεν είχε ιστορία.
Και μη μπορώντας να συλλογιστώ σωστά, νομίζοντας ότι ήμουν ένα κλωνάρι πάνω στο δέντρο, δεν μπορούσα να δω το δέντρο, αφού ήμουν κλωνάρι του. Και ξαφνικά αντίκρυζα μπροστά μου ανθρώπους που ήταν μόνοι τους ολόκληρο το δέντρο.

Γιατί ο άνθρωπος της υπαίθρου δεν έχει συνείδηση, δεν θέλει να διαιωνιστεί. Ο άνθρωπος της υπαίθρου είναι κάτι βαρύτιμο, και σαν βαρύτιμο οφείλει να χαθεί. Ενώ ο κόσμος της πόλης, που φτιάχτηκε από το πλεόνασμα του αλλουνού, σαν χώρος του πλεονάσματος και του περιττού, έφτιαξε αμέσως τους κανόνες κατασκευής της θετής του ζωής: το ψέμα, τον πλούτο, την πρόοδο, την οικοδόμηση της συνείδησης, την ανθοφορία.

Ναι, το πνεύμα του δέντρου φωλιάζει στους δαιδάλους της πόλης. Το δέντρο τον αέρα του δεν μπορεί να τον κρατήσει. Τον στέλνει παντού. Όπως στέλνει παντού το χρόνο και την ιστορία. Η φύση το ξέρει καλά πως δεν υπάρχει χρόνος πάρεξ διάρκεια. Το ξέρει καλά πως ιστορία δεν υπάρχει. Γι' αυτό και δεν είναι παράδοξο που σ' αυτόν τον κόσμο της υπαίθρου, στον κόσμο του δέντρου, είναι τόσο πλεγμένα το ένα μέσα στο άλλο το πρώιμο και το ώριμο μαζί. Εκεί δεν έχει νόημα η εξέλιξη, δεν έχει νόημα η ακολουθία. Το μάτι εκεί δεν προσέχει τη μετάβαση. "Έγινες ολόκληρος άντρας", θα πει στο παιδί. Δεν στέκεται να δει πώς το παιδί μεγαλώνει. Όλα είναι στην ώρα τους. Γι' αυτό και παραμένουν πάντα ίδια. Εκεί υπάρχει το ακαριαίο. Υπάρχει το κρυφό. Υπάρχει το βέβαιο. Τι πιο αντίθετο στην ιστορία;

Αν έχεις μάτια να δεις, αυτό το απλό, το πιο απλό, τυπικό, αρχαϊκό σκηνικό της συνοικισμένης αγροτικής ζωής, μπορείς να διακρίνεις ποιό είναι το δραματικό στοιχείο που την κατοικεί και την ορίζει. Είναι η πείρα αυτή καθαυτή, δηλαδή η αλάνθαστη αποθησαυρισμένη διαγνωστική ικανότητα που κυβερνά τα πάντα. Έχω πείρα, δηλαδή δεν αμφιβάλλω. Έχω πείρα, δηλαδή "δοκίμασέ με". Έχω πείρα, δηλαδή υπερισχύω. Όποιος γεννιέται μέσα στο κέλυφος της αγροτικής ζωής, σχεδόν από το γεγονός και μόνο της γέννησης του μέσα σ' αυτό, λαβαίνει μέρος σ' αυτή την πείρα· γεννιέται έχοντας κιόλας μαθημένη την ηθοποιία της δράσης. Ενώ ο άνθρωπος της πόλης πρέπει, και μάλιστα με προσπάθεια, να αναχθεί στο απλούστερο για να γευτεί αυτή την πείρα, ο άνθρωπος της υπαίθρου χρίζεται μ' αυτήν με το που έρχεται στον κόσμο. Γιατί το δίχτυ που χρειάζεται για να ζήσει ο χωρικός είναι το δίχτυ της συνεννόησης, κι αυτό είναι ένα κι απαράλλαχτο· δεν έχει ανάγκη ούτε την αναζήτηση ούτε την επινόηση η ζωή η δική του.

Η Ύπαιθρος, όσο ακόμα υπαγόταν στο παλαιό αγροτικό καθεστώς, με την τραχύτητα, την απομόνωσή της, με τον παραλογισμό των ηθών της και την πλήρη αντίθεσή της με την πόλη, ήταν μια περιοχή καταδικασμένη στην αφάνεια, κυρίως μάλιστα από τη στιγμή που δεν μπορούσε να εκληφθεί αυτή η ίδια θεατρικά. Από τη στιγμή, δηλαδή, που δεν υιοθετούσε μια κοινά αποδεκτή φαντασιθακή εικόνα για το ποιά είναι, για το πως είναι και για το πως πρέπει να πορεύεται· από τη στιγμή, δηλαδή, που δεν υπαγόταν σε μια Παιδεία.
Παραπεταμένη από τη φαντασία, και παραμερισμένη στη σκοτεινή ζώνη αυτού που δεν έχει έρθει ακόμα στον κόσμο, η Ύπαιθρος τελούσε σε κατάσταση αέναης πρωιμότητας, κρατώντας μια οντότητα εξωπραγματική. Ήταν η χώρα του ανθρώπινου μεταλλεύματος. Πηγή ζωής της πόλης και τροφός της.


από το βιβλίο
FLORA MIRABILIS
Κλαίρη Μιτσοτάκη
εκδόσεις ΤΟ ΡΟΔΑΚΙΟ

13 Φεβ 2015

20150213 ψυχοσάββατο




"ακόμα είναι νωρίς, έλα σε λίγο θα γεμίσει".
δυο φορές το χρόνο, το δεύτερο σάββατο της αποκριάς και την πεντηκοστή είναι των ψυχών, "υπέρ αναπαύσεως…" το απόγευμα είναι ο εσπερινός.
μετρώ τα πιάτα, όσες περίπου και οι γυναίκες στα στασίδια.
αφήνουν το πιάτο με τα κόλυβα και δίνουν στον παπά ένα χαρτάκι με τα ονόματα των νεκρών και ένα χαρτονόμισμα των πέντε ευρώ, "για να τους μνημονέυσει".
"παλιά ρίχναν τα κόλυβα μες το καλάθι και περιμέναν απέξω τα παιδάκια για να φάνε.
τώρα βάζουν τα πιάτα κάτω και κάποιες ρίχνουν το μισό στο καλάθι."


4 Φεβ 2015

20150204 5 φωτογραφίες μετά τις βροχές






20150204 οι ανθισμένες αμυγδαλιές



άργησαν να ανθίσουν
αλλά αυτές τις μέρες
κάθε πρωί 
ανοίγουν λίγα μπουμπούκια

1 Φεβ 2015

20150131 1 φωτογραφία κοντά στη θάλασσα


20150130 ο άγιος χαράλαμπος


το μάθατε; θα λειτουργήσουν τον άγιο χαράλαμπο στο τσεσμέ.
ο μητροπολίτης από δω;
ο πατριάρχης! θα πάει πολύς κόσμος. εμένα ο πατέρας μου ήταν τσεσμελής. από κει ήταν η γιαγιά μου και τα αδέλφια της. μεγάλωσα στο βαρβάσι, εκεί είναι και η εικόνα, για να την σώσουν την έδωσαν σε έναν τούρκο γείτονα της εκκλησίας και όταν ησύχαζαν τα πράγματα θα πήγαιναν να την πάρουν. κάθε βράδυ ο άγιος χτυπούσε τον τούρκο και τούλεγε θέλω να με πας στους δικούς μου και τελικά ο άνθρωπος αυτός την έφερε στο βαρβάσι. πολύ τον είδαν τον άγιο και γω τον είδα, ήμουν μικρό κορίτσι. να αυτό θα σας πω και θα φύγω να σας αφήσω να φάτε. ήταν βράδυ και περνούσαμε με μια φίλη μου έξω από την εκκλησία γύρισα το πρόσωπο μου και είδα ένα γέροντα με μαύρα μακριά κελεμπία και μακριά γένια, τρόμαξα της είπα να στρίψουμε και να φύγουμε προς τα πάνω, προχωρήσαμε λίγο και μου λέει, τον είδες; της λέω είδες ότι είδα; αυτή δε φοβήθηκε μου λέει πάμε πίσω· πήγαμε και τον είδαμε να έρχεται προς το μέρος μας και σταμάτησε λίγα μέτρα μπροστά μας. το βάλαμε στα πόδια και κλειστήκαμε στο σπίτι. χτύπησε η πόρτα, "άνοιξε μου μωρή!" τρομάξαμε νομίζαμε οτι ήταν ο άγιος. μυαλό τώρα και μεις… λες και θα μας έκανε κακό ο άγιος. ήταν ο πατέρας της φίλης μου. του το διηγηθήκαμε, δε μας πίστευε.
.
μας είπε γρήγορα και με συστολή και άλλες ιστορίες· για μια εικόνα της παναγίας που σώθηκε από τη σφαγή της σμύρνης, για την αδελφή της γιαγιάς της που έγινε καλόγρια και ακόμη τη θυμούνται στον άγιο κωνσταντίνο, για κάποιον άλλο που είδε τον άγιο χαράλαμπο.
η γιαγιά μου στο τσεσμέ είχαν χωράφια και φτιάχναν και παστέλι, το συνέχισαν και εδώ και γι αυτό τους λέγαν παστελάδες. κρίμα όλα αυτά να μην έχουνε γραφτεί.
να σας αφήσω όμως να φάτε με την ησυχία σας. γειά σας, να είστε καλά.

20150129 2 φωτογραφίες κοντά στο φράγμα



20150129 1 φωτογραφία κοντά στη θάλασσα