25 Αυγ 2010

Σελίν (ΙΙ)

...
O αληθινός ερευνητής χρειάζεται κατά μέσον όρο είκοσι χρόνια και βάλε για να κάνει τη μεγάλη ανακάλυψη, εκείνη που θα τον πείσει ότι το παραλήρημα των μεν διόλου δεν οδηγεί στην ευτυχία των δε, και ότι ο καθείς στον κόσμο τούτο ταλαιπωρείται απ’ το ψώνιο του διπλανού του.
 ...
Στην αποβάθρα οι ψαράδες δεν πιάναν τίποτα. Δεν μοιάζαν άλλωστε να θέλουν ντε και καλά να πιάσουν ψάρια. Πρέπει να τους γνώριζαν τα ψάρια. Μέναν εκεί όλοι τους παριστάνοντας ότι ψαρεύουν. Ένας ωραίος τελευτάς ήλιος κρατούσε ακόμη λίγη ζέστα γύρω μας, κάνοντας να χοροπηδάνε πάνω στο νερό μικρές ανταύγειες πασπαλισμένες με γαλάζιο και χρυσό. Ένας δροσερός άνεμος ερχόταν απ’ αντίπερα, μέσα απ’ τα μεγάλα δέντρα, ήταν όλος χαμόγελα ο άνεμος όταν έσκυβε μέσα από μυριάδες φύλλα, μ’ απαλές ριπές. Ήταν ωραία. Δυο ώρες γεμάτες μείναμε έτσι μην πιάνοντας τίποτα, μην κάνοντας τίποτα.
...
Οι άνθρωποι γραπώνονται απ’ τις άθλιες αναμνήσεις τους, απ’ όλες τις δυστυχίες τους, και δεν μπορείς να τους ξαγκιστρώσεις από δαύτες. Είναι για την ψυχή τους μια κάποια απασχόληση. Εκδικούνται για την αδικία τού σήμερα ζυμώνοντας εντός τους το αύριο με σκατά. Δίκαιοι και δειλοί στο βάθος. Είναι η φύση τους.
 ...
Δεν υπάρχει θεϊκότερο αντικείμενο λατρείας απ’ τη μυρωδιά μας, πάει και τελείωσε. Όλη η δυστυχία μας οφείλεται στο ότι πρέπει να παραμείνουμε πάση θυσία ο Ζαν, ο Πιερ, ή ο Γκαστόν, για κάμποσα χρόνια. Το κορμί μας, αυτό το μασκάρεμα αεικίνητων μορίων, επαναστατεί συνεχώς ενάντια σε τούτη τη φάρσα του διαρκείν. Τα μόριά μας θέλουν να πάνε το ταχύτερο να χαθούν στο σύμπαν, τα χρυσά μου! Τα βασανίζει το ότι δεν είναι παρά μόνο «εμείς», κορόιδα του απείρου.
 ...
Τι τρελοκομείο η στερημένη ζωή! Μια τάξη είναι η ζωή, κι η πλήξη ο παιδονόμος της, που διαρκώς σε κατασκοπεύει· πρέπει πάση θυσία να μοιάζεις απασχολημένος με κάτι πολύ συναρπαστικό, ειδάλλως πλακώνει και σου ροκανίζει το μυαλό. Όταν η μέρα δεν είναι τίποτε άλλο από ένα σκέτο εικοσιτετράωρο, δεν υποφέρεται. Μια μακριά, σχεδόν αβάσταχτη ηδονή πρέπει να ‘ναι η μέρα, μια μακριά συνουσία, θες δε θες.
 ...
Μόνο που, σ’ ορισμένες περιπτώσεις, δεν ακούμε παρά μόνο αυτό που θέλουμε να ακούσουμε και που μας βολεύει περισσότερο...
 ...
Απ’ τη μια φορά στην άλλη, βλέπουμε να μαραγκιάζει, να σταφιδιάζει μέσα μας η ζωή και τα όντα και τα πράγματα μαζί, που τα ‘χαμε αφήσει τετριμμένα, πολύτιμα, απειλητικά καμιά φορά. Ο φόβος του τέλους τα σημάδεψε όλα αυτά με τις ρυτίδες του, ενόσω εμείς τρέχαμε στην πόλη, κυνηγώντας την ηδονή ή το ψωμί μας.
 ...
Μόνο που ‘ναι κρίμα να παραμένουν τέτοια γομάρια με τόσο απόθεμα αγάπης οι άνθρωποι. Δεν τους βγαίνει, αυτό είναι όλο. Εντός τους είναι και εντός τους μένει, δεν τους χρησιμεύει σε τίποτα. Ψοφάν εντός τους από αγάπη.
 ...
Κοντολογίς, η μεγάλη κούραση της ύπαρξης μπορεί να μην είναι τίποτε άλλο απ’ τον τεράστιο μόχθο μας να παραμείνουμε εχέφρονες επί είκοσι, σαράντα χρόνια και βάλε, να μην είμαστε απλά, βαθιά ο εαυτός μας, δηλαδή σιχαμεροί, φρικαλέοι, παράλογοι. Είναι εφιάλτης να πρέπει πάντα να παρουσιάζουμε ως ένα μικρό παγκόσμιο ιδεώδες, ως έναν υπεράνθρωπο απ’ το πρωί ίσαμε το βράδυ, τον χωλό υπάνθρωπο που μας δόθηκε.

από το βιβλίο
του Σελίν
Ταξίδι στην άκρη της νύχτας
εκδόσεις
Βιβλιοπωλείο της ΕΣΤΙΑΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια: